Η ψηφιακή κάρτα εργασίας είναι ένα μέτρο που εισήγαγε η ελληνική κυβέρνηση με σκοπό την καταπολέμηση της αδήλωτης εργασίας και την ενίσχυση της φορολογικής εισπραγής. Από την 1η Ιουλίου του τρέχοντος έτους, η εφαρμογή της ψηφιακής κάρτας εργασίας επεκτάθηκε στη βιομηχανία και το λιανεμπόριο, αποτελώντας το πρώτο κρας τεστ για τη νέα υπουργό Εργασίας, Νίκη Κεραμέως.
Η εισαγωγή της ψηφιακής κάρτας εργασίας σε διάφορους κλάδους της οικονομίας αποτελεί σημαντικό βήμα προς την ενίσχυση της διαφάνειας και την αποτροπή της αδήλωτης εργασίας. Με την εφαρμογή της ψηφιακής κάρτας, ο εργοδότης και ο εργαζόμενος έχουν τη δυνατότητα να καταγράφουν τις ώρες εργασίας, τις υπερωρίες και τις απουσίες, ενώ ταυτόχρονα διευκολύνεται ο έλεγχος της συμμόρφωσης προς τους νόμους εργασίας.
Ωστόσο, η εφαρμογή της ψηφιακής κάρτας εργασίας δεν ήταν απόλυτα απροβλημάτιστη. Η υπουργός Εργασίας, Νίκη Κεραμέως, αντιμετώπισε προβλήματα και δυσλειτουργίες στην εφαρμογή του μέτρου και έτσι αποφάσισε να προχωρήσει σε αλλαγές προκειμένου να βελτιώσει την κατάσταση.
Μια από τις κύριες αλλαγές που εξετάζονται είναι η ύπαρξη ενός μικρού, ελαστικού χρονικού ορίου για τον χτύπημα της κάρτας, προκειμένου να αποφεύγονται παραβάσεις λόγω υπερωριών. Επιπλέον, θα δίνεται η δυνατότητα στον εργοδότη να κάνει απολογιστικές δηλώσεις για τις αλλαγές στο ωράριο εργασίας των υπαλλήλων του.
Με την εισαγωγή της ψηφιακής κάρτας εργασίας στην ελληνική αγορά εργασίας, αναμένεται ότι θα βελτιωθεί η διαχείριση του χρόνου εργασίας, θα μειωθούν οι απλήρωτες υπερωρίες και θα αυξηθούν τα έσοδα του ΕΦΚΑ. Παράλληλα, η ψηφιακή κάρτα εργασίας θα δημιουργήσει ένα υγιές κλίμα ανταγωνισμού στην ελληνική αγορά εργασίας.
Συνολικά, η εισαγωγή της ψηφιακής κάρτας εργασίας αποτελεί ένα σημαντικό βήμα προς την ανασυγκρότηση της ελληνικής οικονομίας και την ενίσχυση της νομιμότητας της εργασίας. Με την αποτελεσματική εφαρμογή και τη συνεχή βελτίωσή της, η ψηφιακή κάρτα εργασίας μπορεί να συμβάλει στη δημιουργία ενός πιο δίκαιου και αποδοτικού συστήματος εργασιακών σχέσεων στην Ελλάδα.